- ἅρπαξε
- ἅ̱ρπαξε , ἁρπάζωsnatch awayaor ind act 3rd sg (doric aeolic)ἁρπάζωsnatch awayaor ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αρπάζω — και αρπάχνω (AM ἁρπάζω) 1. παίρνω ή πιάνω κάτι στα χέρια μου γρήγορα και ορμητικά («άρπαξε το όπλο και πυροβόλησε» πρβλ. «ἁρπάσσω τα ὅπλα», Ξεν. «άρπαξε ο λύκος το πρόβατο») 2. αποσπώ ή παίρνω μαζί μου με τη βία («αρπάξανε μια κοπέλα» πρβλ. «ὅτε… … Dictionary of Greek
αρπάζω — και αρπάχνω και αρπώ άρπαξα, αρπάχτηκα, αρπαγμένος, ως μτβ. 1. αφαιρώ κάτι με τη βία: Νεαρός άρπαξε την τσάντα γυναίκας κι εξαφανίστηκε. 2. πιάνω δυνατά ή γρήγορα: Τον άρπαξα και τον κράτησα, αλλιώς θα τον χτυπούσε το αυτοκίνητο. 3. λεηλατώ,… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Μάρπησσα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του βασιλιά των Αιτωλών, Ευήνου, και, σύμφωνα με την παράδοση, την άρπαξε ο Ίδας με το άρμα του, το οποίο έσερναν άλογα ικανά να τρέχουν πάνω στο νερό. Ο Εύηνος καταδίωξε τον απαγωγέα της κόρης του, αλλά, μόλις… … Dictionary of Greek
Βορέας — Προσωποποίηση του ανέμου βοριά στην ελληνική μυθολογία. Αναφέρεται ως γιος του Αστραία (ή του Τυφώνα) και της Ηούς και ισχυρότερος από τους τρεις αδελφούς του, τον Νότο, τον Εύρο και τον Ζέφυρο. Ο Β. συνδέεται στενά με τη Θράκη, τα όρη της και… … Dictionary of Greek
Βορεάς — Προσωποποίηση του ανέμου βοριά στην ελληνική μυθολογία. Αναφέρεται ως γιος του Αστραία (ή του Τυφώνα) και της Ηούς και ισχυρότερος από τους τρεις αδελφούς του, τον Νότο, τον Εύρο και τον Ζέφυρο. Ο Β. συνδέεται στενά με τη Θράκη, τα όρη της και… … Dictionary of Greek
Πλουτώ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Ωκεανού και της Τηθύας, μια από τις Ναϊάδες, που σύμφωνα με τον Ησίοδο λεγόταν και Βοώπις. Κατά τον ομηρικό ύμνο προς τη Δήμητρα, η Π. ήταν συμπαίκτρια της Περσεφόνης όταν την άρπαξε ο Άδης. 2. Κόρη του… … Dictionary of Greek
Σινώπη — I Νύμφη της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, κόρη του ποταμού Ασωπού, επώνυμη ηρωίδα της πόλης Σινώπης. Την άρπαξε ο Απόλλωνας και την οδήγησε στη Μικρά Ασία. Είχε μαζί της ένα γιο, το Σύρο, επώνυμο ήρωα των Σύρων. Μια άλλη εκδοχή θέλει τη Σ. κόρη… … Dictionary of Greek
έγχελυς — Μυθολογικό θαλάσσιο τέρας της Κω. Κατά τη μυθολογία, το σκότωσε ο βασιλιάς της Κω Κρίσαμης, επειδή του άρπαξε από το μεγάλο κοπάδι του το ωραιότερο πρόβατο. Από τότε η Έ. εμφανιζόταν συχνά στα όνειρα του Κρίσαμη και του ζητούσε να τη θάψει.… … Dictionary of Greek
βούτης — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αθηναίος ήρωας, αδελφός του Ερεχθέα, μέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας. Νυμφεύτηκε την ανιψιά του Χθονία, κόρη του Ερεχθέα, και έγινε γενάρχης των Βουταδών. 2. Αργοναύτης. Όταν η Αργώ περνούσε μπροστά στις Σειρήνες … Dictionary of Greek
γλαυκός — I Ονομασία διαφόρων ποταμών της αρχαιότητας. 1. Ποταμός της Αχαΐας, που πήγαζε από τις πλαγιές του Παναχαϊκού και εξέρεε στα νότια της Πάτρας. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο σημερινό ποταμό, τον γνωστό και με την ονομασία Λέκας. 2. Μικρός ποταμός της… … Dictionary of Greek